Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
agitatio
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Λατινικά (la)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Αλλόγλωσσα παράγωγα
2
Κλίση
Λατινικά
(la)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
agitatio
<
agito
(=
ελαύνω
,
κινώ
ταράσσω
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
agitatio
θηλυκό
γ΄ κλ. γεν. -
onis
σάλος
και μτφ.
ενέργεια
,
δραστηριότητα
Συγγενικά
επεξεργασία
agitator
αρματηλάτης
Αλλόγλωσσα παράγωγα
επεξεργασία
αγκιτάτσια
agitazione
ιταλικά
agitation
agitação
πορτογαλικά
Κλίση
επεξεργασία
αριθμός
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
agitatio
agitationēs
γενική
agitationis
agitationum
δοτική
agitationī
agitationibus
αιτιατική
agitationem
agitationēs
κλητική
agitatio
agitationēs
αφαιρετική
agitatione
agitationibus
(γ' κλίση)