ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ῥεγιών αἱ ῥεγιῶνες
      γενική τῆς ῥεγιῶνος τῶν ῥεγιώνων
      δοτική τῇ ῥεγιῶν ταῖς ῥεγιῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν ῥεγιῶν τὰς ῥεγιῶνᾰς
     κλητική ! ῥεγιών ῥεγιῶνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ῥεγιῶνε
γεν-δοτ τοῖν  ῥεγιώνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'χειμών' όπως «χειμών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ῥεγιών < (λόγιο δάνειο) λατινική regio

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ῥεγιών, -ῶνος θηλυκό (ελληνιστική κοινή)

Άλλες γραφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία