Δείτε επίσης: Εὔκομος, εὔκομος
→ γένη αρσενικό & θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / ἠΰκομος τὸ ἠΰκομον
      γενική τοῦ/τῆς ἠϋκόμου τοῦ ἠϋκόμου
      δοτική τῷ/τῇ ἠϋκόμ τῷ ἠϋκόμ
    αιτιατική τὸν/τὴν ἠΰκομον τὸ ἠΰκομον
     κλητική ! ἠΰκομε ἠΰκομον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ ἠΰκομοι τὰ ἠΰκομ
      γενική τῶν ἠϋκόμων τῶν ἠϋκόμων
      δοτική τοῖς/ταῖς ἠϋκόμοις τοῖς ἠϋκόμοις
    αιτιατική τοὺς/τὰς ἠϋκόμους τὰ ἠΰκομ
     κλητική ! ἠΰκομοι ἠΰκομ
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ ἠϋκόμω τὼ ἠϋκόμω
      γεν-δοτ τοῖν ἠϋκόμοιν τοῖν ἠϋκόμοιν
2η κλίση, Κατηγορία 'δύσκολος' όπως «δύσκολος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ἠΰκομος < λείπει η ετυμολογία

  Επίθετο

επεξεργασία

ἠΰκομος

  • επικός τύπος του εὔκομος
    ※  8ος πκε αιώνας   Ὅμηρος, Ἰλιάς, 24 (Ω. Ἕκτορος λύτρα.), στίχ. 602 (602-604)
    καὶ γάρ τ᾽ ἠΰκομος Νιόβη ἐμνήσατο σίτου, | τῇ περ δώδεκα παῖδες ἐνὶ μεγάροισιν ὄλοντο, | ἓξ μὲν θυγατέρες, ἓξ δ᾽ υἱέες ἡβώοντες.
    ότι δεν ελησμόνησε μήτε η λαμπρή Νιόβη τροφήν να πάρ᾽ η δύστυχη | σ᾽ εκείνην την ημέραν που είδε δώδεκα παιδιά στο σπίτι πεθαμένα | έξι ανδρειωμέν᾽ αγόρια της και έξι θυγατέρες·
    Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
    ※  6ος/5ος πκε αιώνας Πίνδαροςw, Ὀλυμπιονίκαιςw, 6. Ἁγησίᾳ Συρακοσίῳ ἀπήνῃ, 91 (6.90-6.91)
    ἐσσὶ γὰρ ἄγγελος ὀρθός, | ἠϋκόμων σκυτάλα Μοισᾶν, γλυκὺς κρατὴρ ἀγαφθέγκτων ἀοιδᾶν·
    Γιατ᾽ είσαι γνήσιος αγγελιαφόρος εσύ, | που με το ραβδί μεταφέρεις των καλλικόμων Μουσών το μήνυμα, γλυκός κρατήρας μεγαλόηχων ύμνων.
    Μετάφραση (2004), Γιάννης Οικονομίδης, @greek‑language.gr
    ※  6ος/5ος πκε αιώνας Πίνδαροςw, Πυθιονίκαις, 9. Τελεσικράτει Κυρηναίῳ ὁπλιτοδρόμῳ, 46 (9.46)
    Ἀλεξιβιάδα, σὲ δ᾽ ἠΰκομοι φλέγοντι Χάριτες.
    Οι Χάριτες με τα πλούσια μαλλιά, Αλεξιβιάδη, τώρα σε κάνουνε ν᾽ αχτινοβολείς.
    Μετάφραση (1994), Γιάννης Οικονομίδης, @greek‑language.gr
    ※  3ος κε αιώνας Οππιανός ο εξ Απαμείας, Κυνηγετικά, 4.80, @scaife.perseus
    ἔνθα περὶ σπήλυγγας ἐρίβρομος ἠΰκομος λῖς
    εκεί σε σπηλιές λιοντάρι με βροντερή φωνή και ωραίο τρίχωμα
    Μετάφραση λέξεων: Βικιλεξικό.