ἑξάπους
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία→ γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ἑξᾰποδ- | ||||||
ονομαστική | ὁ/ἡ | ἑξάπους | τὸ | ἑξάπουν | ||
γενική | τοῦ/τῆς | ἑξάποδος | τοῦ | ἑξάποδος | ||
δοτική | τῷ/τῇ | ἑξάπόδῐ | τῷ | ἑξάποδῐ | ||
αιτιατική | τὸν/τὴν | ἑξάποδᾰ | τὸ | ἑξάπουν | ||
κλητική ὦ! | ἑξάπους | ἑξάπουν | ||||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ/αἱ | ἑξάποδες | τὰ | ἑξάποδᾰ | ||
γενική | τῶν | ἑξαπόδων | τῶν | ἑξαπόδων | ||
δοτική | τοῖς/ταῖς | ἑξάποσῐ(ν) | τοῖς | ἑξάποσῐ(ν) | ||
αιτιατική | τοὺς/τὰς | ἑξάποδᾰς | τὰ | ἑξάποδᾰ | ||
κλητική ὦ! | ἑξάποδες | ἑξάποδᾰ | ||||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἑξάποδε | τὼ | ἑξάποδε | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἑξαπόδοιν | τοῖν | ἑξαπόδοιν | ||
3η κλίση, Κατηγορία 'ταχύπους' όπως «ταχύπους» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἑξάπους < (ἕξ) ἑξά- + -πους. Επίσης ουσιαστικοποιημένο και στα τρία γένη.
Επίθετο
επεξεργασίαἑξάπους, -ους, -ουν
Άλλες μορφές
επεξεργασία- ἕκπους (αρσενικό, θηλυκό)
Πηγές
επεξεργασία- ἑξάπους - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἑξάπους - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.