• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ἀνώγεων

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Αρχαία ελληνικά (grc)

επεξεργασία
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική τὸ ἀνώγεων τὰ ἀνώγεω
      γενική τοῦ ἀνώγεω τῶν ἀνώγεω
      δοτική τῷ ἀνώγεῳ τοῖς ἀνώγεῳς
    αιτιατική τὸ ἀνώγεων τὰ ἀνώγεω
     κλητική ὦ! ἀνώγεων ἀνώγεω
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἀνώγεω
γεν-δοτ τοῖν  ἀνώγεῳν
2η κλίση - αττικόκλιτα, Κατηγορία 'ἀνώγεων' όπως «ἀνώγεων» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀνώγεων (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική ἀνώγαιον / ἀνώγεον < (ἄνω) ἀνώ- + γαῖα

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἀνώγεων ουδέτερο

  • (ελληνιστική κοινή) άλλη γραφή του ἀνώγαιον / ἀνώγεον
    1. οτιδήποτε έχει χτιστεί πάνω από το έδαφος
    2. ο πάνω όροφος ενός κτίσματος (που χρησιμοποιείται ενίοτε ως σιταποθήκη)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ἀνώγεων&oldid=5375701"
Τελευταία επεξεργασία στις 8 Δεκεμβρίου 2021, στις 12:49

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 8 Δεκεμβρίου 2021, στις 12:49.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας