Δείτε επίσης: ψυχοπονία

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ψυχοπόνια οι ψυχοπόνιες
      γενική της ψυχοπόνιας
    αιτιατική την ψυχοπόνια τις ψυχοπόνιες
     κλητική ψυχοπόνια ψυχοπόνιες
Προφέρεται με συνίζηση στην κατάληξη ως παροξύτονο.
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ψυχοπόνια < (ελληνιστική κοινήψυχοπονία < αρχαία ελληνική ψυχή + πόνος

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ψυχοπόνια θηλυκό

Συνώνυμα επεξεργασία

Αντώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία