ψυχοπαιδαγωγικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ψυχοπαιδαγωγικός < ψυχοπαιδαγωγική
Επίθετο επεξεργασία
ψυχοπαιδαγωγικός, -ή, -ό
- σχετικός με την ψυχοπαιδαγωγική
Μεταφράσεις επεξεργασία
ψυχοπαιδαγωγικός
ψυχοπαιδαγωγικός, -ή, -ό