↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ψυχογλωσσολογία οι ψυχογλωσσολογίες
      γενική της ψυχογλωσσολογίας των ψυχογλωσσολογιών
    αιτιατική την ψυχογλωσσολογία τις ψυχογλωσσολογίες
     κλητική ψυχογλωσσολογία ψυχογλωσσολογίες
Συνήθως στον ενικό.
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ψυχογλωσσολογία < ψυχο- + γλωσσολογία, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική psycholinguistics [1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /psi.xo.ɣlo.so.loˈʝi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ψυ‐χο‐γλωσ‐σο‐λο‐γί‐α

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ψυχογλωσσολογία θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία