χωροφυλακίστικος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χωροφυλακίστικος < χωροφύλακας
Επίθετο
επεξεργασίαχωροφυλακίστικος
- σχετικός με τη συμπεριφορά που παρέπεμπε σε χωροφύλακα όταν η χωροφυλακή υπήρχε και ασκούσε αστυνομικά αλλά και στρατιωτικά καθήκοντα
Μεταφράσεις
επεξεργασία χωροφυλακίστικος
|