χωνευτήρι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | χωνευτήρι | τα | χωνευτήρια |
γενική | του | χωνευτηριού | των | χωνευτηριών |
αιτιατική | το | χωνευτήρι | τα | χωνευτήρια |
κλητική | χωνευτήρι | χωνευτήρια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- χωνευτήρι < ελληνιστική κοινή χωνευτήριον < χωνεύω < χοανεύω < χοάνη
Ουσιαστικό
επεξεργασίαχωνευτήρι ουδέτερο
- άλλη μορφή του χωνευτήριο
Μεταφράσεις
επεξεργασία χωνευτήρι
|