Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χρονοτριβή
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
χρονοτριβ
ή
οι
χρονοτριβ
ές
γενική
της
χρονοτριβ
ής
των
χρονοτριβ
ών
αιτιατική
τη
χρονοτριβ
ή
τις
χρονοτριβ
ές
κλητική
χρονοτριβ
ή
χρονοτριβ
ές
Κατηγορία
όπως «
ψυχή
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
χρονοτριβή
<
χρονοτριβώ
Ουσιαστικό
επεξεργασία
χρονοτριβή
θηλυκό
η
σπατάλη
του χρόνου, η
κωλυσιεργία
, η
καθυστέρηση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χρονοτριβή
γαλλικά
:
perte
(fr)
de
temps
(fr)
,
retard
(fr)