χοληστεριναιμία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- χοληστεριναιμία < λόγιο ενδογενές δάνειο: λόγιο δάνειο από τη γαλλική cholestérinémie ή λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική cholesterolaemia
Ουσιαστικό
επεξεργασίαχοληστεριναιμία θηλυκό
- (ιατρική) ποσοστό χοληστερίνης στο αίμα
- ※ οι αμερικανικές οδηγίες περιλαμβάνουν τέσσερις κατηγορίες ανθρώπων που θα πρέπει να λάβουν στατίνες: όσοι πάσχουν ήδη από καρδιαγγειακά, όσοι πάσχουν από οικογενή χοληστεριναιμία (αυξημένη χοληστερόλη γενετικής αιτιολογίας), ορισμένοι διαβητικοί ασθενείς (βλέπε πλαίσιο) και τα υγιή άτομα που εμφανίζουν κίνδυνο άνω του 7,5% να υποστούν έμφραγμα ή εγκεφαλικό στα επόμενα δέκα χρόνια.
- Τελικά τι να κάνω με τη χοληστερόλη μου;, 18-01-2014, @tovima.gr, συντάκτρια: Ιωάννα Σουφλέρη, ημερομηνία ανάκτησης: 01-09-2024.
- ※ οι αμερικανικές οδηγίες περιλαμβάνουν τέσσερις κατηγορίες ανθρώπων που θα πρέπει να λάβουν στατίνες: όσοι πάσχουν ήδη από καρδιαγγειακά, όσοι πάσχουν από οικογενή χοληστεριναιμία (αυξημένη χοληστερόλη γενετικής αιτιολογίας), ορισμένοι διαβητικοί ασθενείς (βλέπε πλαίσιο) και τα υγιή άτομα που εμφανίζουν κίνδυνο άνω του 7,5% να υποστούν έμφραγμα ή εγκεφαλικό στα επόμενα δέκα χρόνια.
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- υπερχοληστερολαιμία
- → και δείτε τις λέξεις χολή, χοληστερίνη και αίμα
Μεταφράσεις
επεξεργασία χοληστεριναιμία
Πηγές
επεξεργασία- χοληστεριναιμία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)