Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χλέμπα οι χλέμπες
      γενική της χλέμπας των (χλεμπών)
    αιτιατική τη χλέμπα τις χλέμπες
     κλητική χλέμπα χλέμπες
Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χλέμπα < (άμεσο δάνειο) ρωσική хлеб (xleb, ψωμί) + • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χλέμπα θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία

  • Παναγιώτης Κουσαθανάς, επιμ. (²2002), Όρτσ' αλά μπάντα! Αναδρομικός διάπλους στην παλιά Μύκονο. Αθήνα: Εκδόσεις Ίνδικτος & Δήμος Μυκόνου. ISBN 960-518-134-7, σελ. 464.