↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χειρόβιδα οι χειρόβιδες
      γενική της χειρόβιδας των χειρόβιδων
    αιτιατική τη χειρόβιδα τις χειρόβιδες
     κλητική χειρόβιδα χειρόβιδες
Κατηγορία όπως «αρθρίτιδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
χειρόβιδες

  Ετυμολογία

επεξεργασία
χειρόβιδα < → δείτε τις λέξεις χείρ και βίδα, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική thumbscrew

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

χειρόβιδα θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία