Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η χαρτοβιομηχανία οι χαρτοβιομηχανίες
      γενική της χαρτοβιομηχανίας των χαρτοβιομηχανιών
    αιτιατική τη χαρτοβιομηχανία τις χαρτοβιομηχανίες
     κλητική χαρτοβιομηχανία χαρτοβιομηχανίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

χαρτοβιομηχανία < χαρτί + -ο- + βιομηχανία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χαρτοβιομηχανία θηλυκό

  • η βιομηχανία χάρτου, η χαρτοποιία, ο κλάδος της βιομηχανίας που ειδικεύεται στην παραγωγή χαρτιού κυρίως για χρήσεις υγιεινής (π.χ. χαρτιού υγείας, κουζίνας, χαρτομάντιλων κ.λπ.)

  Μεταφράσεις επεξεργασία