Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
χαρτεμπορικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
χαρτεμπορικ
ός
η
χαρτεμπορικ
ή
το
χαρτεμπορικ
ό
γενική
του
χαρτεμπορικ
ού
της
χαρτεμπορικ
ής
του
χαρτεμπορικ
ού
αιτιατική
τον
χαρτεμπορικ
ό
τη
χαρτεμπορικ
ή
το
χαρτεμπορικ
ό
κλητική
χαρτεμπορικ
έ
χαρτεμπορικ
ή
χαρτεμπορικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
χαρτεμπορικ
οί
οι
χαρτεμπορικ
ές
τα
χαρτεμπορικ
ά
γενική
των
χαρτεμπορικ
ών
των
χαρτεμπορικ
ών
των
χαρτεμπορικ
ών
αιτιατική
τους
χαρτεμπορικ
ούς
τις
χαρτεμπορικ
ές
τα
χαρτεμπορικ
ά
κλητική
χαρτεμπορικ
οί
χαρτεμπορικ
ές
χαρτεμπορικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
χαρτεμπορικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
χαρτεμπορικός
σχετικός με το
χαρτεμπόριο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
χαρτεμπορικός