Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
φωταγωγικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
φωταγωγικ
ός
η
φωταγωγικ
ή
το
φωταγωγικ
ό
γενική
του
φωταγωγικ
ού
της
φωταγωγικ
ής
του
φωταγωγικ
ού
αιτιατική
τον
φωταγωγικ
ό
τη
φωταγωγικ
ή
το
φωταγωγικ
ό
κλητική
φωταγωγικ
έ
φωταγωγικ
ή
φωταγωγικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
φωταγωγικ
οί
οι
φωταγωγικ
ές
τα
φωταγωγικ
ά
γενική
των
φωταγωγικ
ών
των
φωταγωγικ
ών
των
φωταγωγικ
ών
αιτιατική
τους
φωταγωγικ
ούς
τις
φωταγωγικ
ές
τα
φωταγωγικ
ά
κλητική
φωταγωγικ
οί
φωταγωγικ
ές
φωταγωγικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
φωταγωγικός
<
φωταγωγία
Επίθετο
επεξεργασία
φωταγωγικός
σχετικός με τη
φωταγώγηση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
φωταγωγικός
γαλλικά
:propre à
éclairer
(fr)