Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η φωνητική χορδή οι φωνητικές χορδές
      γενική της φωνητικής χορδής των φωνητικών χορδών
    αιτιατική τη φωνητική χορδή τις φωνητικές χορδές
     κλητική φωνητική χορδή φωνητικές χορδές
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

→ δείτε τις λέξεις φωνητικός και χορδή

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

φωνητική χορδή θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία