φοροκάρτα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /fo.ɾoˈkaɾ.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : φο‐ρο‐κάρ‐τα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφοροκάρτα θηλυκό
- (νεολογισμός, οικονομία) κάρτα που χρησιμοποιείται για φορολογικούς λόγους, όπως η συγκέντρωση αποδείξεων
- ※ Αναζητείται κατάστημα με μηχάνημα να περνάει τη «φοροκάρτα». (Πέρσα Κούσουλα, «Bάλτωσε» η χρήση της φοροκάρτας, Το Βήμα, 18 Ιουλίου 2012)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- φοροκάρτα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία φοροκάρτα
|
Πηγές
επεξεργασία- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr
- φοροκάρτα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)