φιλορθόδοξος
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ΕπίθετοΕπεξεργασία
φιλορθόδοξος
- που είναι φίλος ή υπέρμαχος της Ορθοδοξίας και των Ορθοδόξων και φέρεται αναλόγως
ΑντώνυμαΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
φιλορθόδοξος
φιλορθόδοξος