φαγάκι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | φαγάκι | τα | φαγάκια |
γενική | — | — | ||
αιτιατική | το | φαγάκι | τα | φαγάκια |
κλητική | φαγάκι | φαγάκια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- φαγάκι < φαγ(ί) + υποκοριστικό επίθημα -άκι
Ουσιαστικό επεξεργασία
φαγάκι ουδέτερο
Μεταφράσεις επεξεργασία
φαγάκι
|