• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

φαΐ

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το φαΐ τα φαγιά
      γενική του φαγιού των φαγιών
    αιτιατική το φαΐ τα φαγιά
     κλητική φαΐ φαγιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «φαΐ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
φαΐ < μεσαιωνική ελληνική φαγί < το φαγεῖν < αρχαία ελληνική φαγεῖν, απαρέμφατο του ἔφαγον

Ουσιαστικό

επεξεργασία

φαΐ ουδέτερο (ελλειπτικό ουσιαστικό)

  1. το φαγητό
  2. (μεταφορικά) η κονόμα, η μάσα

Συγγενικά

επεξεργασία
  • φαγί
  • φαγάκι

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    φαΐ

→ δείτε τη λέξη φαγητό

Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=φαΐ&oldid=6911656"
Τελευταία επεξεργασία στις 13 Ιουλίου 2024, στις 07:24

Γλώσσες

    • Čeština
    • English
    • Na Vosa Vakaviti
    • Magyar
    • 日本語
    • Kurdî
    • Malagasy
    • Polski
    • Русский
    • Српски / srpski
    • Türkçe
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 13 Ιουλίου 2024, στις 07:24.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας