Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
υψομετρικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
υψομετρικ
ός
η
υψομετρικ
ή
το
υψομετρικ
ό
γενική
του
υψομετρικ
ού
της
υψομετρικ
ής
του
υψομετρικ
ού
αιτιατική
τον
υψομετρικ
ό
την
υψομετρικ
ή
το
υψομετρικ
ό
κλητική
υψομετρικ
έ
υψομετρικ
ή
υψομετρικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
υψομετρικ
οί
οι
υψομετρικ
ές
τα
υψομετρικ
ά
γενική
των
υψομετρικ
ών
των
υψομετρικ
ών
των
υψομετρικ
ών
αιτιατική
τους
υψομετρικ
ούς
τις
υψομετρικ
ές
τα
υψομετρικ
ά
κλητική
υψομετρικ
οί
υψομετρικ
ές
υψομετρικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
υψομετρικός
<
→
λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασία
υψομετρικός, -ή, -ό
σχετικός με την
υψομετρία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υψομετρικός