• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

υφαντικός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

πτώση ενικός
ονομαστική υφαντικός υφαντική υφαντικό
γενική υφαντικού υφαντικής υφαντικού
αιτιατική υφαντικό υφαντική υφαντικό
κλητική υφαντικέ υφαντική υφαντικό
πτώση πληθυντικός
ονομαστική υφαντικοί υφαντικές υφαντικά
γενική υφαντικών υφαντικών υφαντικών
αιτιατική υφαντικούς υφαντικές υφαντικά
κλητική υφαντικοί υφαντικές υφαντικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

υφαντικός < αρχαία ελληνική ὑφαντικός < ὑφάντης

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

υφαντικός, -ή, -ό

  • σχετικός με την ύφανση


  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    υφαντικός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=υφαντικός&oldid=4713127"
Τελευταία επεξεργασία στις 15 Αυγούστου 2020, στις 17:40

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 15 Αυγούστου 2020, στις 17:40.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie