Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
υφαντικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
υφαντικ
ός
η
υφαντικ
ή
το
υφαντικ
ό
γενική
του
υφαντικ
ού
της
υφαντικ
ής
του
υφαντικ
ού
αιτιατική
τον
υφαντικ
ό
την
υφαντικ
ή
το
υφαντικ
ό
κλητική
υφαντικ
έ
υφαντικ
ή
υφαντικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
υφαντικ
οί
οι
υφαντικ
ές
τα
υφαντικ
ά
γενική
των
υφαντικ
ών
των
υφαντικ
ών
των
υφαντικ
ών
αιτιατική
τους
υφαντικ
ούς
τις
υφαντικ
ές
τα
υφαντικ
ά
κλητική
υφαντικ
οί
υφαντικ
ές
υφαντικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
υφαντικός
<
αρχαία ελληνική
ὑφαντικός
<
ὑφάντης
Επίθετο
επεξεργασία
υφαντικός, -ή, -ό
σχετικός με την
ύφανση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υφαντικός