Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
υστερομεσαιωνικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
υστερομεσαιωνικ
ός
η
υστερομεσαιωνικ
ή
το
υστερομεσαιωνικ
ό
γενική
του
υστερομεσαιωνικ
ού
της
υστερομεσαιωνικ
ής
του
υστερομεσαιωνικ
ού
αιτιατική
τον
υστερομεσαιωνικ
ό
την
υστερομεσαιωνικ
ή
το
υστερομεσαιωνικ
ό
κλητική
υστερομεσαιωνικ
έ
υστερομεσαιωνικ
ή
υστερομεσαιωνικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
υστερομεσαιωνικ
οί
οι
υστερομεσαιωνικ
ές
τα
υστερομεσαιωνικ
ά
γενική
των
υστερομεσαιωνικ
ών
των
υστερομεσαιωνικ
ών
των
υστερομεσαιωνικ
ών
αιτιατική
τους
υστερομεσαιωνικ
ούς
τις
υστερομεσαιωνικ
ές
τα
υστερομεσαιωνικ
ά
κλητική
υστερομεσαιωνικ
οί
υστερομεσαιωνικ
ές
υστερομεσαιωνικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
υστερομεσαιωνικός
<
υστερο-
+
μεσαιωνικός
Επίθετο
επεξεργασία
υστερομεσαιωνικός, -ή, -ό
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υστερομεσαιωνικός