Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το υποπρολεταριάτο τα υποπρολεταριάτα
      γενική του υποπρολεταριάτου των υποπρολεταριάτων
    αιτιατική το υποπρολεταριάτο τα υποπρολεταριάτα
     κλητική υποπρολεταριάτο υποπρολεταριάτα
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

υποπρολεταριάτο < υπο- + προλεταριάτο ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική subproletariat ή (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική sous-prolétariat)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

υποπρολεταριάτο ουδέτερο

Συγγενικά επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • υποπρολεταριάτοΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
  • υποπρολεταριάτο - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)