υποπολυβόλο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.po.po.liˈvo.lo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐πο‐πο‐λυ‐βό‐λο
Ουσιαστικό
επεξεργασίαυποπολυβόλο ουδέτερο
- (στρατιωτικός όρος, οπλισμός, νεολογισμός) είδος πολυβόλου όπλου μικρού μεγέθους, το οποίο χρησιμοποιεί βλήματα πιστολιού
- ※ Ειδικότερα, σε κρησφύγετο του κυκλώματος στην πόλη Shijiak κοντά στο Δυρράχιο αστυνομικοί εντόπισαν έξι καλάσνικοφ, ένα υποπολυβόλο Scorpion με σιγαστήρα, έξι πιστόλια, 5 χειροβομβίδες, 2 καραμπίνες και χιλιάδες (σύμφωνα με πληροφορίες πάνω από 12.000) σφαίρες. (Γιάννης Σουλιώτης, Συνδέουν την Ελλάδα με όπλα για ISIS, Η Καθημερινή, 21 Νοεμβρίου 2014)
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία υποπολυβόλο
Πηγές
επεξεργασία- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr