υποεπανδρωμένος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- υποεπανδρωμένος < → λείπει η ετυμολογία
Μετοχή επεξεργασία
υποεπανδρωμένος
- που δεν έχει στελεχωθεί με ικανοποιητικό αριθμό ή με καταρτισμένο προσωπικό
Μεταφράσεις επεξεργασία
υποεπανδρωμένος
|