Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
υποδουλοσύνη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
υποδουλοσύν
η
οι
υποδουλοσύν
ες
γενική
της
υποδουλοσύν
ης
των
υποδουλοσυν
ών
αιτιατική
την
υποδουλοσύν
η
τις
υποδουλοσύν
ες
κλητική
υποδουλοσύν
η
υποδουλοσύν
ες
Κατηγορία
όπως «
νίκη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
υποδουλοσύνη
<
υπόδουλος
+
-οσύνη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
υποδουλοσύνη
θηλυκό
(
σπάνιο
) (ποιητικός τύπος)
άλλη μορφή
του
υποδούλωση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
υποδουλοσύνη
→
δείτε
τη λέξη
υποδούλωση