υπερεπίπεδο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- υπερεπίπεδο < • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε; Μορφολογικά αναλύεται σε υπερ- + επίπεδο
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.pe.ɾeˈpi.pe.ðo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐πε‐ρε‐πί‐πε‐δο
- παλιότερος συλλαβισμός : υ‐περ‐ε‐πί‐πε‐δο
Ουσιαστικό
επεξεργασίαυπερεπίπεδο ουδέτερο
- (γεωμετρία) → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
- → χρειάζεται παράθεμα από εγχειρίδιο}}
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία υπερεπίπεδο