Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τυμπανίστρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
τυμπανίστρι
α
οι
τυμπανίστρι
ες
γενική
της
τυμπανίστρι
ας
των
τυμπανιστρι
ών
αιτιατική
την
τυμπανίστρι
α
τις
τυμπανίστρι
ες
κλητική
τυμπανίστρι
α
τυμπανίστρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
τυμπανίστρια
<
τυμπανιστής
+
-τρια
Ουσιαστικό
επεξεργασία
τυμπανίστρια
θηλυκό
(
επάγγελμα
)
γυναίκα
μουσικός
που παίζει
τύμπανο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τυμπανίστρια
γαλλικά
:
tambourineuse
(fr)