τσουγκάνι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | τσουγκάνι | τα | τσουγκάνια |
γενική | του | τσουγκανιού | των | τσουγκανιών |
αιτιατική | το | τσουγκάνι | τα | τσουγκάνια |
κλητική | τσουγκάνι | τσουγκάνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- τσουγκάνι < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /t͡suŋˈga.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τσου‐γκά‐νι
Ουσιαστικό επεξεργασία
τσουγκάνι ουδέτερο
Μεταφράσεις επεξεργασία
τσουγκάνι
|