τσαμπουκαλίδικος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- τσαμπουκαλίδικος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίατσαμπουκαλίδικος
- → λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
- τσαμπουκαλίδικα έλεγαν στις αρχές του περασμένου αιώνα τη συνθηματική διάλεκτο του υποκόσμου της εποχής
Μεταφράσεις
επεξεργασία τσαμπουκαλίδικος
|