Δείτε επίσης: τσουγκρανιά
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τσαγκρουνιά οι τσαγκρουνιές
      γενική της τσαγκρουνιάς των τσαγκρουνιών
    αιτιατική την τσαγκρουνιά τις τσαγκρουνιές
     κλητική τσαγκρουνιά τσαγκρουνιές
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τσαγκρουνιά < τσαγκρουνάω + -ιά[1]

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τσαγκρουνιά θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία