↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο τρίβωνας οι τρίβωνες
      γενική του τρίβωνα των τριβώνων
    αιτιατική τον τρίβωνα τους τρίβωνες
     κλητική τρίβωνα τρίβωνες
Κατηγορία όπως «φύλακας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τρίβωνας < αρχαία ελληνική τρίβων

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈtɾi.vo.nas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τρί‐βω‐νας

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τρίβωνας αρσενικό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία