Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τοπιοτεχνημένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
τοπιοτεχνημέν
ος
η
τοπιοτεχνημέν
η
το
τοπιοτεχνημέν
ο
γενική
του
τοπιοτεχνημέν
ου
της
τοπιοτεχνημέν
ης
του
τοπιοτεχνημέν
ου
αιτιατική
τον
τοπιοτεχνημέν
ο
την
τοπιοτεχνημέν
η
το
τοπιοτεχνημέν
ο
κλητική
τοπιοτεχνημέν
ε
τοπιοτεχνημέν
η
τοπιοτεχνημέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
τοπιοτεχνημέν
οι
οι
τοπιοτεχνημέν
ες
τα
τοπιοτεχνημέν
α
γενική
των
τοπιοτεχνημέν
ων
των
τοπιοτεχνημέν
ων
των
τοπιοτεχνημέν
ων
αιτιατική
τους
τοπιοτεχνημέν
ους
τις
τοπιοτεχνημέν
ες
τα
τοπιοτεχνημέν
α
κλητική
τοπιοτεχνημέν
οι
τοπιοτεχνημέν
ες
τοπιοτεχνημέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
τοπιοτεχνημένος
<
→
λείπει η ετυμολογία
Μετοχή
επεξεργασία
τοπιοτεχνημένος
→ λείπει ο ορισμός (ή οι ορισμοί)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τοπιοτεχνημένος