• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

τομεακός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο τομεακός η τομεακή το τομεακό
      γενική του τομεακού της τομεακής του τομεακού
    αιτιατική τον τομεακό την τομεακή το τομεακό
     κλητική τομεακέ τομεακή τομεακό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι τομεακοί οι τομεακές τα τομεακά
      γενική των τομεακών των τομεακών των τομεακών
    αιτιατική τους τομεακούς τις τομεακές τα τομεακά
     κλητική τομεακοί τομεακές τομεακά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
τομεακός < τομέας + -ακός

Επίθετο

επεξεργασία

τομεακός

  • σχετικός με έναν τομέα
    τομεακός δείκτης
    τομεακός διάλογος
    τομεακός σχεδιασμός

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    τομεακός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=τομεακός&oldid=5096887"
Τελευταία επεξεργασία στις 30 Μαΐου 2021, στις 23:42

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 30 Μαΐου 2021, στις 23:42. Page was rendered with Parsoid.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας