↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τεχνοκουλτούρα οι τεχνοκουλτούρες
      γενική της τεχνοκουλτούρας
    αιτιατική την τεχνοκουλτούρα τις τεχνοκουλτούρες
     κλητική τεχνοκουλτούρα τεχνοκουλτούρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Συνήθως στον ενικό
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τεχνοκουλτούρα < αγγλική technoculture. Μορφολογικά αναλύεται σε τεχνο- + κουλτούρα.• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /te.xno.kulˈtu.ɾa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τε‐χνο‐κουλ‐τού‐ρα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τεχνοκουλτούρα θηλυκό

  • (τεχνολογία, τέχνη, νεολογισμός) ο πολιτισμός όπως επηρεάζεται από την τεχνολογία, ιδίως από την τεχνολογία των υπολογιστών και το διαδίκτυο
    ※  Από τη βαθιά πεποίθηση ότι υπάρχει κάτι εγγενώς πιο δημοκρατικό στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης, τις πλατφόρμες και τους αλγορίθμους, μέχρι την ιδέα ότι τα πιο καίρια επιστημολογικά ζητήματα στη φιλοσοφία του νου, την οντολογία και την ηθική είναι πια λυμένα, τα πάντα γύρω μας εδραιώνουν την οικεία τεχνοκουλτούρα επιτάχυνσης και εκμετάλλευσης της συλλογικής υπεραξίας.
    Τεχνοκαπιταλισμός, επιτάχυνση και η δύση του συλλογικού νοήματος (5 Μαρτίου 2017), Η Αυγή
    ※  Ο αφροφουτουρισμός ενώνει παρελθόν και μέλλον με σκοπό να απελευθερωθεί το παρόν, μέσα από μουσικούς, οπτικούς, αφηγηματικούς και πολιτικούς όρους, πέρα από κάθε ιστορικό περιορισμό φυλής και φύλου. Κατασκευάζει μύθους, εικασία και φαντασία από τη σύνδεση της μαύρης εμπειρίας με την τεχνοκουλτούρα του 20ού και 21ου αιώνα.
    Φεστιβάλ Enter Afrofuturism (2017), Στέγη Ωνάση
    ※  Στον δε τόπο ας, οι ελάχιστες εφημερίδες που ακόμη κυκλοφορούν (μετά βίας) συμβαδίζουν και αυτές με το πνΧΧμα της εποχής. Έχουν τον πολιτισμό παροπλισμένο και τους ελάχιστους κριτικούς που απασχολούν απλήρωτους, δείχνοντάς τους έτσι ότι δεν πολυσκοτίζονται. Όπως και στις άλλες χώρες, και σε μας η αντιπνευματικότητα της τεχνοκουλτούρας υποστηρίζει τέτοιες πρακτικές, σε σημείο ο ειδικός αμέσως-αμέσως να βαφτίζεται ελιτίστας ή περιττός.
    Πατσαλίδης, Σάββας (2023), Δοκιμασίες και αδιέξοδα της σύγχρονης θεατρικής κριτικής. Θεάτρου Πόλις. Διεπιστημονικό περιοδικό για το θέατρο και τις τέχνες, 34–45.

  Μεταφράσεις

επεξεργασία