τετράστοος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
τετράστοος, -η, -ο, το ουδέτερο φέρεται ουσιαστικοποιημένο για ρωμαϊκό οικοδόμημα, ή αίθριο
- αυτός που περιλαμβάνει τέσσερις στοές
Μεταφράσεις επεξεργασία
τετράστοος
|