τετράς
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
τετρᾰδ- | |||||
ονομαστική | ἡ | τετράς | αἱ | τετράδες | |
γενική | τῆς | τετράδος | τῶν | τετράδων | |
δοτική | τῇ | τετράδῐ | ταῖς | τετράσῐ(ν) | |
αιτιατική | τὴν | τετράδᾰ | τὰς | τετράδᾰς | |
κλητική ὦ! | τετράς | τετράδες | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | τετράδε | |||
γεν-δοτ | τοῖν | τετράδοιν | |||
Με βραχύ άλφα στο θέμα -άς, -άδος. | |||||
3η κλίση, Κατηγορία 'δεκάς' όπως «δεκάς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- τετράς < τετρα-, μεταπτωτική βαθμίδα για θέμα που απαντά στο τέσσαρες
Ουσιαστικό
επεξεργασίατετράς, -άδος θηλυκό
- ο αριθμός τέσσερα
- τέταρτη μέρα μήνα, εβδομάδας
- τετραήμερο
- τα τέσσερα τέταρτα του φεγγαριού
- τετράδα
- (ελληνιστική σημασία) τετραρχία
Παράγωγα
επεξεργασίαμε τετραδ-
Συγγενικά
επεξεργασία→ και δείτε τη λέξη τέσσαρες
Πηγές
επεξεργασία- τετράς - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- τετράς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.