σχεδιασμός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίασχεδιασμός αρσενικό
- (πολιτική), (οικονομία): η διαδικασία προκαθορισμού σειράς ενεργειών κατ' αλληλουχία και συνάφεια προς επίτευξη αντικειμενικών σκοπών (συνηθέστερα μακροχρόνια)
- ο σχεδιασμός συγχέεται πολλές φορές με τον όρο προγραμματισμός που αφορά τα ίδια αλλά σε μικρότερη έκταση, μέτρο και βάθος χρόνου.