↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η συνταγματικότητα οι συνταγματικότητες
      γενική της συνταγματικότητας των συνταγματικοτήτων
    αιτιατική τη συνταγματικότητα τις συνταγματικότητες
     κλητική συνταγματικότητα συνταγματικότητες
Κατηγορία όπως «σάλπιγγα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
συνταγματικότητα < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /sin.da.ɣma.tiˈko.ti.ta/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

συνταγματικότητα θηλυκό, μόνο στον ενικό

  • η συμφωνία ενός νόμου, ενός διατάγματος ή ενός διαβουλεύματος προς το σύνταγμα

Συγγενικά

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία