συνεγγυητής
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- συνεγγυητής < μεσαιωνική ελληνική συνεγγυητής[1] < ελληνιστική κοινή συνεγγύη < αρχαία ελληνική ἐγγύη
Ουσιαστικό
επεξεργασίασυνεγγυητής αρσενικό (θηλυκό συνεγγυήτρια)
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία συνεγγυητής
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ συνεγγυητής - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
Πηγές
επεξεργασία- συνεγγυητής - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- συνεγγυητής - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- συνεγγυητής - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)