στηθόλουρο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαστηθόλουρο ουδέτερο
- λουρί για έλεγχο σκύλων, το οποίο πιάνει ολόκληρο το στήθος τους, σε αντίθεση με το περιλαίμιο που στερεώνεται περιμετρικά στο λαιμό
Μεταφράσεις
επεξεργασία στηθόλουρο