σουσαμωτός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- σουσαμωτός < σουσάμ(ι) + -ωτός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο επεξεργασία
σουσαμωτός
- που είναι πασπαλισμένος με σουσάμι
Συνώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
σουσαμωτός
|