↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σκιοφωτισμός οι σκιοφωτισμοί
      γενική του σκιοφωτισμού των σκιοφωτισμών
    αιτιατική τον σκιοφωτισμό τους σκιοφωτισμούς
     κλητική σκιοφωτισμέ σκιοφωτισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σκιοφωτισμός < σκιόφως + -ισμός

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σκιοφωτισμός αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία