σεξομανία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- σεξομανία < σεξ + -ο- + -μανία / σεξομαν(ής) + -ία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό επεξεργασία
σεξομανία θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
σεξομανία
|