• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

σεξιστής

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σεξιστής οι σεξιστές
      γενική του σεξιστή των σεξιστών
    αιτιατική τον σεξιστή τους σεξιστές
     κλητική σεξιστή σεξιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

σεξιστής < (λόγιο δάνειο) αγγλική sexist

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

σεξιστής αρσενικό

  • που κάνει διακρίσεις με βάση το φύλο, συνήθως θεωρώντας το δικό του ανώτερο

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • σεξισμός
  • σεξιστικός

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    σεξιστής
  • αγγλικά : sexist (en)
  • γαλλικά : sexiste (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σεξιστής&oldid=5540346"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Μαρτίου 2022, στις 16:36
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Μαρτίου 2022, στις 16:36.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie