• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

σαγάνι

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.3 Δείτε επίσης
      • 1.2.4 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σαγάνι τα σαγάνια
      γενική του σαγανιού των σαγανιών
    αιτιατική το σαγάνι τα σαγάνια
     κλητική σαγάνι σαγάνια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

σαγάνι < (άμεσο δάνειο) τουρκική sahan < αραβική صحن (ṣaḥn)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

σαγάνι ουδέτερο

  • (κουζινικά) μαγειρικό σκεύος, μικρό τηγάνι με δύο αντιτακτές λαβές

Άλλες μορφέςΕπεξεργασία

  • σαχάνι

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • σαγανάκι

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  • σαγάνι στη Βικιπαίδεια  

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    σαγάνι
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σαγάνι&oldid=5564925"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Ιουνίου 2022, στις 20:35
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Ιουνίου 2022, στις 20:35.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie