Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πτηνοσφαγείο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
πτηνοσφαγεί
ο
τα
πτηνοσφαγεί
α
γενική
του
πτηνοσφαγεί
ου
των
πτηνοσφαγεί
ων
αιτιατική
το
πτηνοσφαγεί
ο
τα
πτηνοσφαγεί
α
κλητική
πτηνοσφαγεί
ο
πτηνοσφαγεί
α
Κατηγορία
όπως «
πεύκο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
πτηνοσφαγείο
<
πτηνό
+
-ο-
+
σφαγείο
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πτηνοσφαγείο
ουδέτερο
το
μέρος
όπου σφάζονται
πτηνά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πτηνοσφαγείο